Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2007
Ο πανικός ενός δασκάλου
του ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Θέλω δημόσια να αναφερθώ σ' αυτόν τον ιδιότυπο και σχεδόν παράλογο πανικό που άρχιζε με εφιάλτες τρεις ημέρες πριν αρχίσουν κάθε χρόνο τα μαθήματα. Όταν ερχόταν ο Οκτώβριος (τότε για πολλά χρόνια άρχιζαν τα μαθήματα στη Μέση Εκπαίδευση) για τρεις ημέρες, πριν γίνει ο καθιερωμένος αγιασμός και μπούμε ξανά στις τάξεις, εφιάλτες τρομεροί με ταλάνιζαν. Από τον Οκτώβριο εκείνον του 1963 μού είχε καρφωθεί η τρελή ιδέα πως σ' αυτή την τάξη, αυτή την πρώτη ημέρα θα βρισκόταν εκείνος ο διαβολικός, ανελέητος μαθητής που θα μου υπέβαλλε την τρομερή ερώτηση που δεν θα μπορούσα να απαντήσω! Αυτό έως τον Οκτώβριο του 1998.
Περνούσαν τα χρόνια, ερχόντουσαν ωραία, χαρισματικά, ανάμεσα στα άλλα, παιδιά, συχνά (πώς όχι) δεν μπορούσα να απαντήσω σε κάποια ερώτηση, έμαθα ωριμάζοντας να λέω «θα το κοιτάξω και θα σου απαντήσω αύριο, δεν το ξέρω, δεν το έχω σκεφτεί, δεν χρειάστηκε ώς τα τώρα να το αναζητήσω κ.τ.λ., αλλά ο πανικός κάθε χρόνο εκεί. Προσπαθώντας λογικά να εξηγήσω αυτή την αγχώδη ιδεοληψία εύρισκα πως ίσως, επειδή υπήρξα προκλητικός μαθητής, σχεδόν αλαζόνας, και συχνά προσπαθούσα να φέρω σε δύσκολη θέση τους δασκάλους μου θέτοντας απίθανες ερωτήσεις, φοβόμουν, όταν πια έγινα εγώ δάσκαλος, ότι θα βρισκόταν κάποιο ζιζάνιο να μου ανταποδώσει τις προκλήσεις.
Θυμάμαι τώρα πως στο υποχρεωτικό κατηχητικό σχολείο που μας εξανάγκαζαν μέσα στον Εμφύλιο (πώς να τολμήσεις να αρνηθείς) υπέβαλα σ' έναν πράγματι χαρισματικό αρχιμανδρίτη, με τον οποίο αργότερα μας συνέδεσε βαθιά φιλία και εκτίμηση, όταν έγινε Μητροπολίτης Νικαίας, στον Γεώργιο Παυλίδη (έξοχο ρήτορα στη δημοτική και κάποια εποχή Χωροεπίσκοπο του Μακαρίου στην Κύπρο), μια «φοβερή» ορθολογιστική (και παιδικότατη - ήμουν ένδεκα χρόνων) ερώτηση: «Πώς γράφει η Παλαιά Διαθήκη στη Γένεση πως εν αρχή εγένετο φως και μετά από τρεις μέρες πως εγένοντο φωστήρες εν τω στερεώματι, αφού εμείς από τη Φυσική ξέρουμε πως για να υπάρχει φως πρέπει να υπάρχουν φωτεινές πηγές;». Ο Παυλίδης με πέταξε έξω αλλά ύστερα με κάλεσε (αρχή της «φιλίας» μας) ιδιαιτέρως και μου είπε τα δογματικά και τα φιλοσοφικά στηρίγματα και πως δεν σκανδαλίζουμε τα άλλα παιδιά με τέτοιες αμφιβολίες κ.τ.λ. Και βέβαια είχα άδικο, ας μην αναφερθώ τώρα σε τέτοια προβλήματα.
Νομίζω πάντως πως ο τριανταπεντάχρονος πανικός μου μάλλον εξηγείται.
Τον Οκτώβριο του 1963 απολυόμουν από τον Στρατό και έψαχνα να βρω ιδιωτικό σχολείο, αρχή σχολικής χρονιάς, να εργασθώ. Είχα ζητήσει δύο εβδομάδες άδεια, πριν από την απόλυση και γύριζα ζητιανεύοντας δουλειά. Κακά μαντάτα πάντως με είχαν ζώσει. H μέλλουσα γυναίκα μου, φιλόλογος κι αυτή, είχε επισκεφτεί ψάχνοντας για δουλειά ένα ιδιωτικό της φωτιάς στο Περιστέρι και έφυγε τρέχοντας. Αρχές Οκτωβρίου, μόλις είχαν αρχίσει τα μαθήματα (η ιδιοκτησία ζητούσε προσωπικό να συμπληρώσει τα κενά) και όταν έφτασε στο σχολείο βρήκε τους καθηγητές σε διάλειμμα. Περιμένοντας στην αίθουσα ανάπαυσης των καθηγητών να τη δεχτεί ο διευθυντής παρατήρησε πως οι καθηγητές ερχόντουσαν από τις τάξεις κρατώντας κάτι ματσούκια ή μαγκούρες ή και καδρόνια.
Όταν χτύπησε το κουδούνι για να γυρίσουν στις αίθουσες έπαιρναν «το όπλο τους» και εφορμούσαν. Έντρομη ρώτησε περί τίνος πρόκειται και κάποιος την πληροφόρησε πως κανείς δεν τολμά να μπει σε τάξη χωρίς αμυντικό και επιθετικό εξοπλισμό! Με τέτοιες πληροφορίες έφτασα κι εγώ σε ένα ιδιωτικό στο Παλαιό Φάληρο.
Μέσα Οκτωβρίου, με υποδέχτηκε μόνο ένας κλητήρας. Το σχολείο ανοιχτό αλλά άδειο. Ζήτησα τον διευθυντή και με πληροφόρησε πως μαθητές, καθηγητές και διευθυντής είχαν πάει για μπάνιο! Σε λίγο κατέφθασαν με μαγιό, σύλλογος και μαθητές, με σαγιονάρες και με πρωτοφανή, και για τον πλέον ανεκτικό άνθρωπο, οικειότητα μεταξύ κάποιων αιωνόβιων μαθητών και νεαρών καθηγητριών. Ζήτησα τυπικά κάποιες πληροφορίες, ο διευθυντής χωρίς δεύτερο λόγο με προσέλαβε, έφυγα προτροπάδην και τηλεφώνησα πως δεν με βολεύει το ωράριο!
Τελικά προσελήφθην σ' ένα σχολείο, Γυμνάσιο, στον Βύρωνα. Θυμάμαι έπιασα δουλειά, είχα πλέον απολυθεί στις 4 Νοεμβρίου 1963, Δευτέρα, μετά τις εκλογές που είχε κερδίσει η Ένωση Κέντρου. Σαν σήμερα, 8 Νοεμβρίου, είχε ορκισθεί ο Παπανδρέου πρωθυπουργός και υπουργός Παιδείας. Και τότε συνέπεσε να λάβει το βραβείο Νόμπελ ο Σεφέρης. Κατέφθασα με τα «Ποιήματα» υπό μάλης σε μια Δευτέρα Γυμνασίου και γεμάτος πάθος, όρεξη για δουλειά, δασκαλίστικο όραμα (τρομάρα μου!) - εγγονός και γιος Δασκάλων δα - και άρχισα να διαβάζω Σεφέρη! ... Σε ένα τέταρτο είχα παραιτηθεί, έχω απωθήσει πολύ βαθιά μέσα μου εκείνη την εμπειρία.
Ευτυχώς την ίδια μέρα μού υπέδειξαν ένα άλλο σχολείο, στο Παγκράτι, που χρειαζόταν φιλόλογο. Το όνομα του ιδιοκτήτη, θεολόγου, μου ήταν γνωστό, αφού ήταν συγγραφέας του σχολικού εγχειριδίου των Θρησκευτικών. Εκεί το κλίμα ήταν πράγματι άλλο. Κλίμα φασιστικού στρατοπέδου. Και δεν λέω μόνο για την αυστηρή τήρηση των κανόνων εμφάνισης των μαθητών. Κούρεμα, ποδιές τα κορίτσια, γυαλισμένα παπούτσια κ.τ.λ. Υπήρχε πνεύμα λογοκρισίας και χαφιεδισμού εις βάρος των καθηγητών. Θυμάμαι δίδασκα Νέα Ελληνικά στην Πρώτη Γυμνασίου, τα παιδιά σούζα, με τα χεράκια δεμένα στο θρανίο, όταν από ένστικτο αισθάνθηκα πως κάποιος με παρακολουθεί. Πισωγύρισα ακροποδητί προς την πόρτα της αίθουσας και την άνοιξα απότομα. Ο ιδιοκτήτης και διευθυντής, ο συγγραφέας θεολόγος ήταν σκυμμένος και με παρακολουθούσε από την κλειδαρότρυπα. Κοκκίνισε, παρ' ότι ήταν κιτρινιάρης, ντράπηκε, κάτι ψέλλισε. Ήρεμα τον κάλεσα να μπει στην τάξη, του πρόσφερα την καρέκλα μου πάνω στην έδρα και, όπως μια ζωή συνήθισα, συνέχισα, σαν να μην συνέβαινε τίποτα, όρθιος το μάθημά μου.
Όταν τελείωσα, φάνηκε (ή αυτή την εντύπωση ήθελα να αποκομίσω;) εντυπωσιασμένος. Πιθανόν για να συμψηφίσει την απαθέστατη συμπεριφορά μου, αναλύθηκε σε ύμνους. Μόλις τέλειωσε το λογύδριον, ότι είναι ευτυχής που θα συνεργαστούμε, του υπέβαλα την παραίτησή μου, τον άφησα άναυδο και έφυγα. Απ' αυτό το σχολειό ευτυχώς είχα και μια αγαθή ανάμνηση. Ανάμεσα στις μικρές μου μαθήτριες έλαμπε από ταλέντο και χάρη ένα λυγερό κοριτσάκι. H μετέπειτα έξοχη χορεύτρια και αργότερα πρώτη μπαλαρίνα της Λυρικής Σκηνής, η Κατερίνα Δήμα. Ο πατέρας της, θαυμάσιος μαθηματικός, υπηρετούσε σ' ένα ιδιωτικό σχολείο στην Ηλιούπολη, όπου βρήκα δουλειά και εκεί ρίζωσα για λίγα αλλά εκπαιδευτικώς καλά χρόνια. Τα πρώτα χρόνια μιας πορείας που εξελίχθηκε σε Μουσείο Εκπαιδεύσεως (Νυχτερινό Εμποροϋπαλλήλων, Νυχτερινό Μιχαήλ Βόδα, Δημόσιο Ράλλειο, Μοσχάτου, Δραπετσώνας, Κρανιδίου, Φροντιστήρια, Σχολή Μωραΐτη). Σαράντα χρόνια μετά μού λείπουν οι εφιάλτες και ο πανικός του εναρκτήριου μαθήματος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου